«προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός,
ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν, ἵνα μή σαλευθῶ.»
Ψαλμ. 15 : 8 – 9
Γενικά, ἡ μνήμη τῆς «πανταχοῦ» παρουσίας καί τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ προφυλάσσει τήν καρδιά ἀπό τήν ἀμφιταλάντευση, στήν ὁποία προσπαθοῦν νά τή ρίξουν οἱ λογισμοί τῆς ἀπιστίας, στηριγμένοι στήν κενοδοξία καί τήν ἄλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα. Ὁ ἅγιος προφήτης Δαβίδ ἔλεγε: «Μπροστά μου βλέπω πάντοτε τόν Κύριο· στά δεξιά μου στέκεται, γιά νά μήν ταλαντεύομαι. Γι᾿ αὐτό εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου, γι᾿ αὐτό ἀναγαλλιάζει ἡ γλώσσα μου, γι᾿ αὐτό ἀκόμα καί τό σῶμα μου θά πεθάνει μέ ἐλπίδα»28. Εὐφραίνεται ἡ καρδιά μου ἀπό τήν ἐνέργεια τῆς πίστεως καί τῆς ταπεινώσεως! Ἀναγαλλιάζει ἡ γλώσσα μου ἀπό τά λόγια τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ καί τῆς αὐτομεμψίας! Ἀκόμα καί τό σῶμα μου αἰσθάνεται τή δύναμη τῆς ἀφθαρσίας, καθώς τό διαποτίζουν καί τό συγκλονίζουν τά αἰσθήματα μιᾶς καρδιᾶς συντριμμένης καί ταπεινωμένης, πού παρηγορήθηκε καί παρηγορεῖται ἀπό τόν Θεό!
Ἄν κανένας πειρασμός δέν μπορεῖ νά βρεῖ τόν ἄνθρωπο χωρίς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τά παράπονα, ἡ βαρυγγώμια, ἡ πίκρα, ἡ αὐτοδικαίωση, ἡ ἐνοχοποίηση τῶν ἄλλων καί ἡ αἰτίαση τῶν περιστάσεων ἀποτελοῦν κινήσεις τῆς ψυχῆς πού ἐναντιώνονται στή θεία βούληση. Δείχνουν ἀπόπειρες ἀντιστάσεως καί ἀντιδράσεως στόν Θεό29. Ἄς σταθοῦμε μέ φόβο μπροστά στό ἐνδεχόμενο μιᾶς τέτοιας συμφορᾶς! Καί ὅταν σκεφτόμαστε κάποια θλίψη μας, ἄς μήν ἀφήνουμε τούς λογισμούς νά μένουν γιά πολύ στόν νοῦ μας. Γιατί, χωρίς νά τό καταλάβουμε, μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσουν ἀπό τήν κατάσταση τῆς ταπεινοφροσύνης στήν κατάσταση τῆς ἐνσυνείδητης ἤ ὑποσυνείδητης αὐτοδικαιώσεως, πού ἀπομακρύνε τήν παντοδύναμη προστατευτική χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἄς καταφεύγουμε τό συντομότερο στό ἰσχυρό ὅπλο τῆς αὐτομεμψίας, μήν ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στή δική μας δύναμη, ἤ μᾶλλον ἀδυναμία!
«Εἷς δέ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει
αὐτόν λέγων·
εἰ σύ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτόν καί ἡμᾶς.
Ἀποκριθεῖς δέ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων·
οὐδέ φοβῇ σύ τόν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ;
καί ἡμεῖς μέν δικαίως·
ἄξια γάρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν·
οὗτος δέ οὐδέν ἄτοπον ἔπραξε.
Καί ἔλεγε τῷ Ἰησοῦ·
μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.»
Λουκ. κγ΄: 39 – 42
Μαζί μέ τόν Σωτήρα μας Ἰησοῦ σταυρώθηκαν καί δυό ληστές, ἕνας στ᾿ ἀριστερά Του κι ἕνας στά δεξιά Του. Ὁ πρῶτος Τόν βλασφημοῦσε. Ὁ δεύτερος, ὅμως, ὁμολόγησε πώς, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν δίκαια καταδικασμένος γιά τά πολλά του ἐγκλήματα, ο Κύριος ὑπέφερε ἄδικα. Ἡ αὐτομεμψία τοῦ ἄνοιξε ξαφνικά τά μάτια τῆς καρδιᾶς, καί τότε σ᾿ ἐκεῖνον τόν Ἄνθρωπο, πού ἔπασχε ἄδικα, εἶδε τόν πανάγιο Θεό, πού πέθαινε γιά ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Οὔτε οἱ σοφοί οὔτε οἱ πρεσβύτεροι οὔτε οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων ἀναγνώρισαν τόν Θεό στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, μολονότι κατεῖχαν τόν θεῖο νόμο καί τόν μελετοῦσαν μέ ἐπιμέλεια. Κι ἕνας σταυρωμένος ληστής ἔγινε θεολόγος! Ὁμολόγησε δημόσια, μπροστά σ᾿ ὅλους ἐκείνους πού νόμιζαν πώς ἦταν σοφοί καί πού περιγελοῦσαν τόν Κύριο, ὄχι μόνο τήν ἀθωότητα ἀλλά καί τή θεότητά Του. Τόν ἕνα λησή ἡ βλασφημία, πού εἶναι ἡ πιό βαριά ἀπ᾿ ὅλες τίς ἁμαρτίες, τόν κατέβασε στόν ἅδη, διπλασιάζοντας του μάλιστα τά αἰώνια βάσανα. Τόν ἄλλο ληστή ἡ εἰλικρινής αὐτομεμψία τόν ὁδήγησε πρῶτα στήν ἀληθινή θεογνωσία, στήν ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ, πού εἶναι δυνατή μόνο στούς ταπεινούς, κι ἔπειτα στόν παράδεισο. Ὁ ἴδιος σταυρός καί γιά τούς δύο ληστές! Διαφορετικές, ὡστόσο, οἱ σκέψεις, διαφορετικά τά αἰσθήματα, διαφορετικά τά λόγια, διαφορετικές καί οἱ συνέπειές τους! Δίκαια οἱ ληστές αὐτοί θά μποροῦσαν νά θεωρηθοῦν ὡς δύο βασικοί τύποι ὅλων τῶν ἀνθρώπων30.
Κάθε ἄνθρωπος πού σπατάλησε τή ζωή του ἄλογα, ἀντίθετα στούς ὁρισμούς τοῦ Θεοῦ, θυσιάζοντας τή σωτηρία του καί τήν αἰώνια μακαριότητά του, εἶναι ληστής καί φονιάς τοῦ ἑαυτοῦ του. Σ᾿ αὐτόν τόν ληστή, σ᾿ αὐτόν τόν φονιά στέλνεται ὁ σταυρός τῶν θλίψεων ὡς ἔσχατο μέσο σωτηρίας. Ὁ σαρκωμένος Κύριος σταυρώθηκε κι Αὐτός δίπλα στόν σταυρωμένο ἄνθρωπο, γιά νά τόν ἀνακουφίζει ἀπό τούς πόνους καί τόν παρηγορεῖ πνευματικά ὅσο θά βρίσκεται πάνω στόν σταυρό. Ἄν, ὡστόσο, ἐκεῖνος γογγύζει, παραπονιέται καί ἀγανακτεῖ γιά τίς θλίψεις του, στερεῖται τή σωτηρία του καί ρίχνεται στόν ἅδη, στά αἰώνια καί ἄκαρπα βάσανα, γιατί δέν ἀναγνώρισε καί δέν ὁμολόγησε τόν σταυρωμένο δίπλα του Θεό. Ἀπεναντίας, ἄν παραδεχθεῖ τήν ἁμαρτωλότητά του, κατηγορώντας τόν ἑαυτό του καί θεωρώντας τον ἄξιο πρόσκαιρων καί αἰώνιων βασάνων, ἀποκτᾶ σιγά-σιγα μέ τήν αὐτομεμψία τήν ἐνεργητική καί ζωντανή γνώση τοῦ Λυτρωτῆ. Αὐτή ἡ γνώση εἶναι ἡ αἰώνια ζωή31.
«αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή,
ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν
καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.»
Ἰω. ιζ΄: 3
Σ᾿ ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί δοξολογεῖ τόν Κύριο ἀπό τόν σταυρό του, ἀποκαλύπτεται τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί, μαζί μ᾿ αὐτό, τό μυστήριο τῆς λυτρώσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεάνθρωπο. Αὐτός εἶναι ὁ καρπός τῆς αὐτομεμψίας. Μπροστά στό παντοδύναμο καί πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι δυνατό νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἄλλα αἰσθήματα παρά μόνο ἀπεριόριστη εὐλάβεια καί ἀπεριόριστη ὑποταγή. Ἀπό τά αἰσθήματα αὐτά γεννιέται ἡ ὑπομονή.
Ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Βασιλίας τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἦρθε ἀνάμεσά μας μέ ἀναμφισβήτητες ἀποδείξεις τῆς θεότητάς Του καί μέ ἀπεριόριστη ἐξουσία πάνω σ᾿ ὅλη τήν κτίση, ὁρατή καί ἀόρατη. Ὡστόσο, ὄχι μόνο δέν ἔγινε δεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς Του μέ τή δόξα καί τήν τιμή πού Του ἔπρεπε, ἀλλά καί ἀντιμετωπίστηκε μέ μίσος, μέ καχυποψία, μέ δολοφονική διάθεση.
Σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς θεανθρώπινης ἐπίγειας παρουσίας Του Τόν κυνηγοῦσαν ἡ συκοφαντία, ἡ κακολογία, ἡ δολιότητα. Καί τελικά συνελήφθη σάν κακοῦργος, τήν ὥρα τῆς νυχτερινῆς προσευχῆς Του, δέθηκε, σύρθηκε βίαια, ὁδηγήθηκε στό δικαστήριο, ὑπέμεινε ἐμπαιγμούς, ραπίσματα, φτυσίματα, ταλαιπωρίες, βάσανα καί θάνατο σταυρικό, θάνατο ἀτιμωτικό. «Σάν τό ἀρνί πού στέκεται ἄφωνο μπροστά σ᾿ αὐτόν πού τό κουρεύει»32, ἔτσι στεκόταν ὁ Κύριος μπροστά στούς ἄπιστους δικαστές καί ἀπάνθρωπους δολοφόνους Του, ἀπαντώντας μέ τή θεϊκή Του σιωπή στίς θρασεῖες ἐρωτήσεις, τίς συκοφαντίες καί τίς βρισιές τους.
«καί εἰσῆλθεν εἰς τό πραιτώριον πάλιν καί
λέγει τῷ Ἰησοῦ· πόθεν εἶ σύ;
ὁ δέ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ.»
Ἰω. ιθ΄: 9
Σ᾿ Ἐκεῖνον, τόν ἀναμάρτητο Θεό, δέν ἦταν δυνατό νά ὑπάρχουν αὐτοκατάκριση καί αὐτομεμψία· τό θεϊκό Του δίκαιο τό κάλυπτε μέ τή σιωπή. Ἐμεῖς, ὅμως, ἀφοῦ μέ τήν κατάκριση καί τήν αὐτομεμψία ἀπαρνηθοῦμε τά νόθα, τά πλασματικά δίκαιά μας, θά μπορέσουμε νά γίνουμε μέτοχοι τῆς δικῆς Του παναγίας καί τέλειας δικαιοσύνης. Στή χαμένη αἰώνια μακαριότητα δέν μπόρεσαν νά μᾶς ξαναφέρουν οὔτε τό δίκαιο τῆς πεσμένης μας φύσεως οὔτε τό δίκαιο τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Μόνο τό δίκαιο τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Σταυροῦ μᾶς βάζει πάλι σ᾿ αὐτή τή μακαριότητα. Δέν ὑπάρχει τελειότητα ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, δέν φτάνουμε στήν τελειότητα μέ ανθρώπινες ἀρετές.
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι πού μᾶς φέρνει στήν τελειότητα τή χριστιανική.
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ πού σφραγίζει αὐτή τήν τελειότητα, τήν ὁποῖα μᾶς χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἡ ταπείνωση ἀνέβασε τόν Κύριο στόν Σταυρό.
Ἡ ταπείνωση ἀνεβάζει καί τούς μαθητές τοῦ Κυρίου στόν σταυρό, τήν ἁγία ὑπομονή. Γιά τόν σαρκικό νοῦ εἶναι ἕνα μυστήριο ἀκατανόητο, ὅπως ἀκατανόητη ἦταν στόν Ἡρώδη, στόν Πόντιο Πιλάτο καί στούς ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων ἡ σιωπή τοῦ Ἰησοῦ.
Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο νά μᾶς ἀποκαλύψει αὐτό τό μυστήριο, νά μᾶς ἐμπνεύσει τήν αγάπη πρός τόν Σταυρό Του καί νά μᾶς ἀξιώσει νά ὑπομείνουμε ὅπως πρέπει ὅλες τίς θλίψεις, πού θά παραχωρήσει ἡ πανάγαθη πρόνοιά Του νά μᾶς βροῦν στόν κατάλληλο καιρό γιά τή σωτηρία καί τήν αἰώνια μακαριότητά μας. Μᾶς τό ὑποσχέθηκε: «Ὅποιος ὑπομείνει ὥς τό τέλος αὐτός θά σωθεῖ»33.
«ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται»
Ματθ. Ι΄: 22
«Ἔγνων, Κύριε, ὅτι δικαιοσύνη τά κρίματά σου,
καί ἀλήθεια ἐταπείνωσάς με»
Ψαλμ. 118 : 75
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”
Τόμος Β΄
Ἐκδοσίς: Ἰ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς
hristospanagia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου