Εάν ζητήσεις κάτι απ´ τον Θεό κ σου το δώσει, να του πεις ένα ευχαριστώ, εάν δεν σου το δώσει, να του πεις Χίλια… Γιατί σε φύλαξε από κάτι…
Γιατί, εκ φύσεως το φίδι δαγκώνει, ενώ το σώμα μολύνει με την ηδονή εκείνον που το περιποιείται.
Σε ό,τι φταίει το σώμα,
Να ζητάτε πρώτα απ’ όλα τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματος Του, και όλ’ αυτά θα σας δοθούν από το Θεό σαν χάρισμα χωρίς να τα ζητάτε(Μαθ. 6,33).
Τούτο σας λέω, αδελφοί,
Τώρα βαρύς και κουρασμένος σέρνει τα βήματά του.
Ξαφνικά, στη στροφή του δρόμου, βλέπει φαναράκια, λαμπάδες, κόσμο. Χαρούμενες φωνές παιδιών αντηχούν στη γειτονιά. «Χριστός Ανέστη», θεία! «Αληθώς Ανέστη», καλό μου παιδί! Ο Χαρίλαος σαν να ξύπνησε από ύπνο.
-Τι; Πως; «Χριστός Ανέστη;» Αλήθεια· απόψε Ανάσταση… Λαμπρή! Όλος ο κόσμος χαίρεται. Εγώ μονάχα τριγυρνώ στους δρόμους έρημος και μοναχός!…
«’Ώσπερ πελεκάν την πλευράν Σου τετρωμένος, Λόγε, σούς θανόντας παίδας εζώωσας, επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς».
Ο πελεκάν είναι από τα πλέον φιλόστοργα πτηνά. Κτίζει την φωλιά του σε υψηλούς βράχους και εκεί γεννά και εκκολάπτει τους νεοσσούς του. Τρέχει παντού για να εξοικονόμηση την τροφήν των. Αλλά ακριβώς την ώραν που απουσιάζει ο πελεκάν, πλησιάζουν οι διάφοροι όφεις οι οποίοι έχουν αφυπνισθή από την χειμερινήν νάρκην και σύρονται πειναλέοι μέχρι τις φωλεές των πελεκάνων και ροφούν το αίμα των μικρών… Επιστρέφων ο πελεκάν ευρίσκει αυτά εις απελπιστικήν κατάστασιν και σχεδόν ετοιμοθάνατα. Δι’ αυτό, λέγεται, ότι με το ράμφος του σχίζει το στέρνον του και κύπτων επάνω από τα μικρά του αφήνει να στάξη το ζεστό του αίμα μέσα στα μισάνοικτα στόματα των μικρών του, τα όποια τότε ανασταίνονται.
Το αίμα του πελεκάνου ως ΑΡΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΦΑΡΜΑΚΟΝ επιδρά και εξουδετερώνει το φαρμάκι των φιδιών…
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης
Ο άνθρωπος για να έχει πνευματική ζωή, να έχει το φως στη ζωή του, πρέπει να έχει τελεία επικοινωνία με το περιβάλλον του.
Από τη στιγμή που δεν έχει αυτή την απλή, την φυσική, την άνετη εγκατάλειψη και παράδοση του εαυτού του στον άλλον, και επομένως την βίωση του άλλου ως οικείου μέλους, δεν μπορεί να έχει Θεόν.
Γι’ αυτό σκοτίζεται η ψυχή, όταν κλονίζεται η σχέση της με τον Θεό.
Πώς όμως κλονίζεται;
σωφροσύνη, σκληρό αγώνα και φτώχεια πολλή, εκείνα τα χρόνια, οκτώ παιδιά!
Ο πάπα-Θεόδωρος πήρε μαζί τον διάκονο του, τον πατέρα Λαυρέντιο. Μπροστά ο διάκονος και ο ιερεύς με το άγιο Ποτήριο, ασκεπής και με τον Αέρα στους ώμους, (όπως εσυνηθίζετο τότε), πήγαν πρώτα
στο σπίτι του πλούσιου, αλλά αυτός ούτε καν ήθελε να ακούσει για Θεία Κοινωνία! Μόνο φώναζε: νεωκόρος, στο πλάι.
-Δεν είμαι εγώ για θάνατο!
Γύρω μας ο κόσμος καταρρέει, επικρατεί μια δαιμονική τρέλα, έχουμε ως άνθρωποι εξορίσει την σύνεση, την σωφροσύνη, την συγχώρεση.
Το μόνο που μας απομένει μέσα σε αυτόν τον όλεθρο είναι ίσως κάποιος άνθρωπος που μας αγαπά και μας νοιάζεται· μια αγκαλιά για να ειρηνεύσουμε, ένας λόγος παρηγοριάς, μια συντροφικότητα που επουλώνει πληγές και προστατεύει στις δοκιμασίες.
Μας μένει η πίστη στον Θεό που γεννά ελπίδα για καλύτερες ημέρες, για ημέρες που όντως έχουνε φως, που δεν είναι ντυμένες με την μαυρίλα του εγωισμού και της οργής, του μίσους και της εμπάθειας, της ιδιοτέλειας και του φανατισμού.
Εύκολα να πει κάποιος ότι τα χειρότερα έρχονται.
Μα το θέμα δεν είναι να προφητεύσουμε το προφανές, να κηρύξουμε απαισιοδοξία, να σπείρουμε απελπισία.
Το θέμα είναι...