Οι νεοφανείς Άγιοι της Λέσβου (9 Απριλίου). Ο Άγιος Ραφαήλ – μαζί με τον Άγιο Νικόλαο και την Αγία Ειρήνη – είναι ο νέος απεσταλμένος του Θεού που ήρθε στη Γη, την κρίσιμη αυτή εποχή, για να προσφέρει τα θαύματά Του και να μας λυτρώσει από τις αρρώστιες και την απόγνωση. Στη μονή Του, την οποία έχτισε η Αγία Ηγουμένη Ευγενία Κλειδαρά, συρρέουν όλο το χρόνο χιλιάδες πιστών ζητώντας έλεος από το θαυματουργό Άγιο. Πριν χτιστεί το μοναστήρι, λίγο πιο πάνω από την Λουτρόπολη της Θερμής βρίσκεται ο λόφος των Καρυών που τον ονόμαζαν «Παναγιά της Καρυάς». Εκεί υπήρχαν μερικές πελεκητές πέτρες και ο χώρος αυτός ευωδίαζε. Οι πιστοί άναβαν ένα καντήλι, κρεμασμένο σ’ ένα πρίνο και έκαναν – μια φορά το χρόνο – λειτουργία, την ημέρα της Λαμπροτρίτης από πατροπαράδοτο έθιμο. Επίσης, ο λόφος αυτός φέρει, από παράδοση, και την ονομασία «Καλόγερος». Την ονομασία
.αυτή την πήρε από μια υπερφυσική οπτασία. Αμέτρητα άτομα έβλεπαν, κατά καιρούς, έναν καλόγερο να περιφέρεται στον τόπο αυτό, με ένα θυμιατήρι στο χέρι και να χάνεται μέσα σε μια λάμψη. Και δεν ήταν μόνο οι Χριστιανοί που είχαν δει αυτόν τον καλόγερο αλλά και οι Τούρκοι.
Από τα χρόνια, λοιπόν, εκείνα της τουρκοκρατούμενης Λέσβου, ο Άγιος έκανε την εμφάνισή Του στην περιοχή. Κατά την εκσκαφή των θεμελίων μιας μικρής εκκλησίας, στις 3 Ιουλίου του 1959, οι εργάτες – με επικεφαλής τον Δούκα Τσολάκη – βρήκαν μια πέτρα, την οποία, όταν πήγαν να τη βγάλουν, είδαν ότι προχωρούσε καθέτως σε μεγάλο βάθος, σαν να είχε τοποθετηθεί σκόπιμα. Και, τέλος, σταματούσε πάνω σε μια πλάκα, κάτω από την οποία βρήκαν έναν τάφο, μέσα στον οποίο υπήρχε ανθρώπινος σκελετός που ευωδίαζε. Η κεφαλή ακουμπούσε σε στρογγυλή πέτρα, σαν προσκέφαλο. Απείχε, όμως, μέχρι 30 εκατοστά από το σώμα και έλειπε η κάτω σιαγόνα. Στο σημείο του στόματος υπήρχε κεραμίδι βυζαντινής εποχής, που πάνω του ήταν χαραγμένος ένας Σταυρός.
Τα χέρια του σκελετού ήταν σταυρωμένα στο στήθος. Αμέσως ειδοποιήθηκαν ο εφημέριος του χωριού, πατήρ Ευθύμιος Τσόλος, η Ιερά Μητρόπολη Λέσβου και ο αρχαιολόγος κύριος Χαριτωνίδης. Γιατί, εκτός από τον τάφο, βρέθηκαν και μερικά εκκλησιαστικά μάρμαρα βυζαντινής εποχής.
Ο αρχαιολόγος διαπίστωσε ότι ο χώρος αυτός ήταν αρχαιολογικός και έδωσε την άδεια να χτίσουν το εκκλησάκι. Απαγόρεψε, όμως, να σκάψουν σε ακτίνα 100 μέτρων γύρω από αυτό. Ούτε καν να ξεριζώσουν τα ελαιόδεντρα. Η ιστορία του Αγίου Ραφαήλ, σύμφωνα με τις αποκαλύψεις, είναι η εξής: Το κατά κόσμον όνομά Του ήταν Γεώργιος Λασκαρίδης. Ο πατέρας Του ονομαζόταν Διονύσιος και η μητέρα του Μαρία. Ήταν άνθρωποι ευσεβείς και έδωσαν στον Γεώργιο χριστιανική ανατροφή και μεγάλη μόρφωση.
Σε πολύ νέα ηλικία υπηρέτησε ως αξιωματικός για λίγο διάστημα. Κατόπιν έγινε Μοναχός και στη συνέχεια έγινε κληρικός παίρνοντας το όνομα Ραφαήλ, υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στο ναό του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη στην Ακρόπολη των Αθηνών. Έπειτα έγινε Αρχιμανδρίτης και Αρχιερέας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Επειδή είχε τεράστια μόρφωση, το Πατριαρχείο τον έστειλε σε μια γαλλική πόλη για κάποια θεολογική σύσκεψη.
Εκεί, γνώρισε το νεαρό σπουδαστή Νικόλαο που η καταγωγή του ήταν από τη Θεσσαλονίκη. Ήταν πλουσιόπαιδο. Γιος συμβολαιογράφου. Οι γονείς του τον είχαν στείλει να σπουδάσει σε γαλλικό πανεπιστήμιο. Ο Νικόλαος, συγκινημένος από τη χριστιανική διδασκαλία του Ραφαήλ, εγκατέλειψε την κοσμική ζωή και τον ακολούθησε.
Γύρισε στην Ελλάδα, ασπάστηκε το μοναχικό σχήμα και χειροτονήθηκε διάκονος. Έγινε πιστός συνεργάτης και αφοσιωμένος στον Ραφαήλ και από τότε δεν αποχωρίστηκαν ποτέ. Όταν έγινε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453, ο Ραφαήλ και ο Νικόλαος συνέπεσε να βρίσκονται στη Θράκη.
Το 1454 αναχώρησαν από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, μαζί με άλλους πρόσφυγες και πήγαν στη Λέσβο που εκείνη την εποχή ήταν ελεύθερη. Όταν έφτασαν στο νησί, ζήτησαν πληροφορίες για το πού υπάρχει ένα ησυχαστήριο για να μονάσουν. Τους υπέδειξαν την Ιερά Μονή των Γενεθλίων της Θεοτόκου, η οποία προϋπήρξε γυναικεία μονή και καταστράφηκε από τους πειρατές το έτος 1235. Η μονή αυτή βρισκόταν στο λόφο των Καρυών, πάνω από τη Λουτρόπολη της Θερμής, που απέχει από τη Μυτιλήνη 14 χιλιόμετρα. Εκεί, μαζί με το μοναχό Ρουβήμ, δημιούργησαν μια μικρή αδερφότητα.
Το μοναστήρι των Γενεθλίων της Θεοτόκου το είχε χτίσει μια γυναίκα – ονομαζόμενη Μελπομένη – το 1433, πάνω από τα ερείπια μιας παλαιάς γυναικείας μονής, που καταστράφηκε από τους πειρατές στις 11 Μαΐου του 1235.
Και οι 30 μοναχές, με την Ηγουμένη Ολυμπία, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν. Τις κάρφωσαν στο κεφάλι και στο σώμα με μεγάλα καρφιά. Η Μελπομένη, εκτελώντας ένα ιερό τάξιμο προς τη Θεοτόκο που θεράπευσε το παιδί της – τον Ακίνδυνο – αφιέρωσε μέρος της περιουσίας της και έφτιαξε αυτή τη Μονή αφιερωμένη στα Γενέθλια της Θεοτόκου.
Σε αυτή έζησαν ειρηνικά εννέα χρόνια ο Άγιος Ραφαήλ, με τον Νικόλαο, γιατί η Μυτιλήνη ήταν ακόμα ελεύθερη. Αλλά, το 1462, την κατέλαβε ο Μωάμεθ ύστερα από πολιορκία που διήρκησε 17 ημέρες, παρ’ όλη την αντίσταση που έφεραν οι κάτοικοί της. Οι Τούρκοι δεν πείραξαν αμέσως το μοναστήρι. Έπειτα όμως από 6 μήνες – τον Απρίλιο του 1463 – τη Μεγάλη Εβδομάδα, έγινε ένα κίνημα στη Θερμή που έφερε αναταραχή.