Ταύτισε το θέλημά σου με το θέλημα του Κυρίου. Σαν άλλος Βαρτίμαιος φώναξε κι εσύ πάλι και πάλι: “Υιε Δαβίδ Ιησού, ελέησόν με!” (Μάρκος 10. 47).
Και όσο οι δαίμονες, με τα τεχνάσματα και τις παγίδες τους,
Ταύτισε το θέλημά σου με το θέλημα του Κυρίου. Σαν άλλος Βαρτίμαιος φώναξε κι εσύ πάλι και πάλι: “Υιε Δαβίδ Ιησού, ελέησόν με!” (Μάρκος 10. 47).
Και όσο οι δαίμονες, με τα τεχνάσματα και τις παγίδες τους,
Κάθε ἀναφορά τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς στόν Θεό εἷναι πραγματική προσευχή. Ἄν, καθώς ἑργάζεστε, θυμάστε τόν Θεό, αὐτό ἀποτελεῖ προσευχή.
Ὁ Μέγας Βασίλειος στό ἐρώτημα, “Πῶς οἱ ἀπόστολοι μποροῦσαν νά προσεύχονται ἀδιάλειπτα;”, δίνει τήν ἀπάντηση:
Σήμερα, η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Αγίου Λογγίνου του Εκατοντάρχου και των δύο στρατιωτών που μαρτύρησαν μαζί του, τη μνήμη του Οσίου Μαλού, που έζησε ασκητικά και κοιμήθηκε ειρηνικά και των μαρτύρων Λεοντίου, Δομετίου, Τερεντίου και Δομνίνου, που τελειώθηκαν μαρτυρικά, λαμβάνοντας το στεφάνι της αγιότητας.
Ο Λογγίνος καταγόταν από την Καππαδοκία και έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Τιβέριου. Ήταν ο επικεφαλής του στρατιωτικού σώματος στο οποίο είχε ανατεθεί από τον Πιλάτο η σταύρωση του Χριστού, καθώς επίσης η σφράγιση και η φύλαξη του Ζωοδόχου τάφου του Κυρίου. Βλέποντας τα πανίερα συμβάντα κατά την ώρα της σταύρωσης, πίστεψε στο Χριστό και αναφώνησε τη γνωστή από το Ευαγγέλιο ομολογία: «αληθώς Θεού Υιός ην Ούτος» (Ματθ. 27, 54).
Εγκατέλειψε αμέσως την αποστολή του. Απώλεσε το αξίωμα και τα πλούτη που απολάμβανε. Κατέφυγε στην πατρίδα του μαζί με δύο στρατιώτες. Αφιερώθηκαν στη διδασκαλία της εν Χριστώ σωτηρίας κηρύσσοντας το θαύμα της Αναστάσεως του Θεανθρώπου. Αυτή η πράξη και κατ’ επέκταση η εκκλησιαστική δράση του Εκατόνταρχου, καταγγέλθηκε στον Πιλάτο. Τότε εκείνος, ενημέρωσε τον Τιβέριο για τη λιποταξία του Λογγίνου και των δύο στρατιωτών.
Ακολούθως, με εντολή του αυτοκράτορα,
Αυτό σημαίνει: «Σε παρακαλώ, μην μου μιλήσεις τώρα για τον Θεό, μην με ενώσεις με τον Θεό, μόνο βοήθησέ με να προσαρμοσθώ στη ζωή αυτή, να τακτοποιήσω τα θέματά μου, ώστε να μην υποφέρω. Βοήθησέ με να συνδυάσω αυτό που θέλω και σκέπτομαι με τη δυσκολία, τη δοκιμασία που έχω».
Παραδείγματος χάριν, έχασα τη δουλειά μου, πηγαίνω στον πνευματικό. Δεν πηγαίνω γιατί με ενδιαφέρει ο Θεός, αλλά πώς θα λυθεί το πρόβλημά μου, γυρεύω λύση, δουλειά, όχι τον Θεό. Μπορεί να πω και μερικές αμαρτίες μου εκεί, αλλά αυτό που με καίει είναι να βρω δουλειά, όχι τον Θεό. Θέλω τον Θεό για να μου βρει πάλι δουλειά. Δεν θέλω τον Θεό, θέλω κάτι από τον Θεό. Γίνεται ουσιαστικά το αίτημα μου ο θεός μου και ο Θεός γίνεται ένα μέσον για να πραγματοποιηθεί το αίτημά μου, η λύση που ζητώ. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν θέλω τον Θεό, αλλά την πραγματοποίηση του αιτήματός μου. Και αν είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου θα διαπιστώσω ότι πάντα προσμένω κάτι από τον Θεό και γι’ αυτό πηγαίνω στην Εκκλησία, στον πνευματικό. Αυτό όμως δείχνει ότι δεν αγαπώ τον Θεό, δείχνει την κοσμικότητα της ζωής μου, δείχνει τα αδιαπραγμάτευτα «θέλω» που κυριαρχούν στην καρδιά μου.
Γι’ αυτό...
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού
Η ορθόδοξη θεολογία μας δεν είναι θεωρητικό σχήμα και δεν υπάρχει για να ικανοποιεί τη διάνοιά μας, αλλά είναι βίωμα, τρόπος ζωής, μέθεξη της Θεότητας και κατά χάριν θέωση. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της με τη δυτική και γενικά τη θεολογία των αιρετικών, η οποία ικανοποιεί διανοητικά σχήματα, δίνει την ψευδαίσθηση της δήθεν πληρότητας της αλήθειας και γι’ αυτό οδηγεί από κακοδοξία σε κακοδοξία και από αίρεση σε αίρεση. Αντίθετα η προσέγγιση της θεολογίας της Εκκλησίας μας ως εκκλησιαστικό βίωμα, ως κατά φύσιν τρόπο υπάρξεως, δε διδάσκει απλά την αλήθεια, αλλά την μεταποιεί σε μεταμόρφωση των πιστών, μέχρι του σημείου να έχουν θεοπτία, ζωντανή αίσθηση των ακτίστων ενεργειών του Θεού στην καθημερινή τους ζωή. Το γεγονός αυτό το βίωσαν οι άγιοι της Εκκλησίας μας.
Ένας από αυτούς που αξιώθηκε να δει το άκτιστο φως του Θεού με τα σωματικά του μάτια, είναι και ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος,
Οι άνθρωποι που ‘χουν ζήσει στα μοναστήρια προκαλούν μιαν απίστευτη οικειότητα. Έτυχε να πάω κάποτε στο μοναστήρι των Αγ. Σεργίου και Βάκχου στη λιβανέζικη έρημο. Σ’ ένα άλλο ταξίδι στο μοναστήρι του Αγ. Ιωάννη του Θεριστή στη Κάτω Ιταλία. Κάποιες φορές στο Άγιο Όρος, στην Αγίου Παύλου και στη Νέα Σκήτη. Το συναίσθημα κοινό.
Οι μοναχοί μοιάζουν μεταξύ τους. Δεν είναι ούτε το ρούχο, ούτε τα μούσια, ούτε τα μαλλιά. Έχει να κάνει σε σχέση με τον τρόπο και το βλέμμα. Όταν σε τρώει το άγχος, το βλέμμα σου δείχνει τρομαγμένο. Ας κοιτάξουμε τα πρόσωπα των άλλων στη στάση του λεωφορείου… Οι μοναχοί δεν έχουν μέριμνα γιατί μαθαίνουν να εμπιστεύονται. Κι αυτό λάμπει στα πρόσωπά τους. Η εμπιστοσύνη άλλωστε κρύβει μέσα της την πίστη.
Ξέρω έναν γέροντα που ζει με τους δυο υποτακτικούς του.
Μακάρι να μην είχε γίνει ο διάβολος και να έμεινε σταθερός στην τάξη των αγγέλων, στην οποία τον έταξε ο αρχάγγελος. Επειδή όμως έγινε αποστάτης, εχθρός και του Θεού και των ανθρώπων, που πλάστηκαν <<κατ εικόνα Θεού>>, γι’ αυτό ιδιαίτερα είναι μισάνθρωπος, επειδή είναι και θεομάχος. Μας μισεί επειδή ανήκουμε στον Κύριο, μας μισεί και επειδή είμαστε ομοιώματα του Θεού.
Ο Θεός λοιπόν...
Ο Θεός, ο Κύριός μας, θα κάνει στον καθένα μας ό,τι χρειάζεται να κάνει. Ως Θεός γνωρίζει, εάν έχουμε διάθεση να γνωρίσουμε την αλήθεια.
Εάν λοιπόν μένεις στην άγνοια, δεν μένεις, επειδή τάχα δεν έκανε σ’ εσένα ο Κύριος την εμφάνισή του, όπως στον απόστολο Παύλο, για να σε στριμώξει κλπ. Αν μένεις στην άγνοια, μένεις, όχι γιατί ήλθαν έτσι τα πράγματα ή κάποιος σε παραμέλησε, αλλά γιατί τελικά δεν έχεις διάθεση βαθύτερα να γνωρίσεις το θέλημα του Θεού. Μπορεί να έχεις ζήλο και να κάνεις διάφορα πράγματα, αλλά δεν έχουν καμιά αξία, γιατί δεν είναι κατ’ επίγνωσιν ο ζήλος σου.
Εμείς όλοι που είμαστε τώρα εδώ θα φύγουμε εντελώς-εντελώς αλλιώτικοι – σαν μια πρώτη αρχή βέβαια και θα έχει συνέχεια το πράγμα – εάν αυτή την ώρα σταθούμε ειλικρινά και τίμια ενώπιον του Θεού. Διότι ευτυχώς τα μυαλά μας τα έχουμε, και μπορούμε να καταλάβουμε αυτά τα πράγματα, μπορούμε να πιστέψουμε και μπορούμε επίσης να υποχρεώσουμε τον εαυτό μας να πάρει τη σωστή στάση, να τοποθετηθεί σωστά και να επιθυμήσει σωστά. Ο Θεός το περιμένει αυτό και αμέσως θα έλθει να βοηθήσει, εάν έχεις την τόλμη να πεις μυστικά από μέσα σου: