Τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ
Ἀγάπη εἶναι μία ἀγαθὴ διάθεση τῆς ψυχῆς, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν προτιμάει τίποτ’ ἄλλο περισσότερο ἀπὸ τὸ νὰ γνωρίσει τὸ Θεό. Εἶναι ἀδύνατον ὅμως ν’ ἀποκτήσει σταθερὰ μέσα του αὐτὴ τὴν ἀγάπη, ὅποιος ἔχει ἐμπαθῆ προσκόλληση σὲ κάτι ἀπὸ τὰ γήινα.
Μὴν πεῖς ὅτι καὶ μόνο ἡ πίστη μου στὸ Χριστὸ μπορεῖ νὰ μὲ σώσει. Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον, ἂν δὲν ἀποκτήσεις καὶ τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη. Ἡ ἁπλὴ πίστη, ποὺ δὲν συνοδεύεται μὲ ἔργα ἀγάπης, σὲ τίποτα δὲν ὠφελεῖ, ἀφοῦ καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουν καὶ τρέμουν.
Ὅπως ἡ μνήμη τῆς φωτιᾶς δὲν ζεσταίνει τὸ σῶμα, ἔτσι καὶ ἡ πίστη χωρὶς ἀγάπη δὲν φωτίζει τὴν ψυχὴ μὲ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνο ποὺ ἀγαπάει κανείς, σ' αὐτὸ καὶ εἶναι προσηλωμένος, καί, γιὰ νὰ μὴν τὸ στερηθεῖ, καταφρονεῖ ὅλα ὅσα τὸν ἀποσποῦν ἀπ' αὐτό. Ἔτσι κι ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει τὸ Θεό, καλλιεργεῖ τὴν καθαρὴ προσευχὴ καὶ διώχνει ἀπὸ μέσα τοῦ κάθε πάθος ποὺ τὸν ἐμποδίζει ἀπ' αὐτήν.
Ὁ νοῦς ποὺ ἑνώνεται μὲ τὸ Θεὸ καὶ παραμένει μαζί του μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἀγάπη, αὐτὸς γίνεται σοφός, ἀγαθός, δυνατός, φιλάνθρωπος, σπλαχνικός, μακρόθυμος. Μ' ἕνα λόγο, ἔχει πάνω του ὅλα τὰ θεία γνωρίσματα. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ προσκολλᾶται στὰ γήινα, ἢ γίνεται σὰν κτῆνος, καθὼς κυλιέται στὶς ἡδονές, ἢ γίνεται σὰν θηρίο, καθὼς φιλονικεῖ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ πράγματα ὑλικά.
Ἐκεῖνος ποὺ φοβᾶται τὸ Θεό, ἔχει πάντοτε σύντροφό του τὴν ταπεινοφροσύνη. Καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ. Σκέφτεται δηλαδὴ τὴν προηγούμενη ζωή του, τὰ διάφορα ἁμαρτήματα καὶ τοὺς πειρασμούς τους, καὶ πὼς ἀπ’ ὅλα αὐτὰ τὸν γλύτωσε ὁ Κύριος καὶ τὸν μετέφερε ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν παθῶν στὸν κατὰ Θεὸν βίο. Μὲ τέτοιες σκέψεις λοιπὸν ἀποκτάει καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, τὸν εὐεργέτη καὶ κυβερνήτη τῆς ζωῆς του, τὸν ὁποῖο ἀδιάλειπτα εὐχαριστεῖ μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη.
Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει τὸ Θεό, ζεῖ ἀγγελικὸ βίο πάνω στὴ γῆ. Νηστεύει καὶ ἀγρυπνεῖ, ψάλλει καὶ προσεύχεται, καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο σκέφτεται πάντοτε τὸ καλό.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ παρακινεῖ ὅποιον τὴν ἔχει, νὰ καταφρονεῖ κάθε πρόσκαιρη ἡδονὴ καὶ κάθε κόπο καὶ λύπη. Ἂς σὲ πείσουν γι’ αὐτὸ ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι τόσα ἔπαθαν γιὰ τὸ Χριστό.
Ἡ ἀνέκφραστη εἰρήνη, ποὺ ἔχουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ὀφείλεται σ’ αὐτὰ τὰ δυό: στὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ στὴν ἀγάπη ἀναμεταξύ τους. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων. Πολὺ καλὰ λοιπὸν ἔχει λεχθεῖ ἀπὸ τὸ Σωτήρα μας, ὅτι σ’ αὐτὲς τὶς δυὸ ἐντολὲς συνοψίζονται ὅλος ὁ νόμος καὶ ἡ διδασκαλία τῶν προφητῶν .
Ὅποιος ἀγαπάει τὸ Θεό, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ μὴν ἀγαπήσει καὶ κάθε ἄνθρωπο σὰν τὸν ἑαυτό του. Καὶ ὅσους ἀκόμα εἶναι ὑπόδουλοι στὰ πάθη τους, κι αὐτοὺς τοὺς ἀγαπάει σὰν τὸν ἑαυτό του, καὶ χαίρεται μὲ ἀμέτρητη καὶ ἀνείπωτη χαρά, ὅταν τοὺς βλέπει νὰ διορθώνονται.
«Ὅποιος μὲ ἀγαπάει», λέει ὁ Κύριος, «θὰ τηρήσει τὶς ἐντολές μου» . «Καὶ ἡ δική μου ἐντολὴ εἶναι νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο» . Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ δὲν ἀγαπάει τὸν πλησίον του, ἀθετεῖ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου. Καὶ ὅποιος ἀθετεῖ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, οὔτε τὸν Κύριο εἶναι δυνατὸ ν’ ἀγαπήσει.
Μὴν καταφρονήσεις τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, γιατί μ' αὐτὴ θὰ γίνεις παιδὶ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ παραβαίνοντας την θὰ γίνεις παιδὶ τῆς γέεννας.
Γιὰ τὶς ἑξῆς πέντε αἰτίες οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο:
- - Γιὰ τὸ Θεό, ὅπως ὁ ἐνάρετος τοὺς ἀγαπάει ὅλους, καὶ ὅπως κάποιος ἀγαπάει τὸν ἐνάρετο, ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος δὲν ἔγινε ἀκόμα ἐνάρετος.
- - Γιὰ φυσικοὺς λόγους, ὅπως οἱ γονεῖς ἀγαποῦν τὰ παιδιά τους, καὶ ἀντιστρόφως.
- - Ἀπὸ κενοδοξία, ὅπως ἀγαπάει κάποιος αὐτὸν ποὺ τὸν δοξάζει.
- - Ἀπὸ φιλαργυρία, ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει τὸν πλούσιο γιατί τοῦ δίνει χρήματα.
- - Ἀπὸ φιληδονία, ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει ἕνα πρόσωπο, γιατί τοῦ ἱκανοποιεῖ τὴ γαστριμαργία ἢ τὴ σαρκική του ἐπιθυμία.
Ἀπ' αὐτὲς λοιπὸν τὶς αἰτίες, ἡ πρώτη εἶναι ἀξιέπαινη, ἡ δεύτερη οὔτε ἐπαινετὴ οὔτε ἀξιοκατάκριτη, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες εἶναι ἐμπαθεῖς.
Σὲ ὅλες μας τὶς πράξεις ὁ Θεὸς ἐξετάζει τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο τὶς ἐκτελοῦμε, ἂν δηλαδὴ τὶς κάνουμε γι’ Αὐτὸν ἢ γιὰ κάτι ἄλλο.
Ὅταν λοιπὸν θέλουμε νὰ κάνουμε ἕνα καλό, ἂς μὴν ἔχουμε σκοπὸ ν’ ἀρέσουμε στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ μόνο στὸ Θεό. Σ’ Αὐτὸν ν’ ἀποβλέπουμε καὶ ὅλα νὰ τὰ κάνουμε γιὰ τὴ δική του δόξα.
Διαφορετικά, θὰ κουραζόμαστε χωρὶς νὰ κερδίζουμε τίποτα. Ἔργο ἀγάπης εἶναι ἡ ὁλόψυχη εὐεργεσία πρὸς τὸν πλησίον μας, ἡ μακροθυμία καὶ ἡ ὑπομονὴ ποὺ δείχνουμε ἀπέναντί του, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ φρόνιμη καὶ συνετὴ χρησιμοποίηση τῶν πραγμάτων.
Ἡ διάθεση τῆς ἀγάπης δὲν φανερώνεται μόνο μὲ τὴν παροχὴ χρημάτων, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο μὲ τὴ μετάδοση πνευματικοῦ λόγου καὶ μὲ τὴ σωματικὴ διακονία.
Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπάει τὸ Χριστό, Τὸν μιμεῖται ὅσο μπορεῖ. Ὁ Χριστός, γιὰ παράδειγμα,
- - δὲν ἔπαψε νὰ εὐεργετεῖ τοὺς ἀνθρώπους
- - ἔδειχνε μακροθυμία, ὅταν τοῦ συμπεριφέρονταν μὲ ἀχαριστία καὶ Τὸν βλαστημοῦσαν
- - ὑπέμεινε, ὅταν Τὸν χτυποῦσαν καὶ Τὸν θανάτωναν, χωρὶς καθόλου νὰ σκέφτεται γιὰ κανέναν τὸ κακὸ ποὺ Τοῦ ἔκανε.
Αὐτὰ τὰ τρία ἔργα εἶναι ἐκφραστικὰ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον. Χωρὶς αὐτά, ἀπατᾶται ἐκεῖνος ποὺ λέει ὅτι ἀγαπάει τὸ Χριστὸ ἢ ὅτι θὰ κερδίσει τὴ βασιλεία Του. Γιατί ὁ Κύριός μας βεβαιώνει: «Δὲν θὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐκεῖνος ποὺ μοῦ λέει «Κύριε, Κύριε», ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα μου» . Καὶ πάλι: «Ὅποιος μὲ ἀγαπάει, θὰ τηρήσει τὶς ἐντολές μου» .
«Ἐγὼ σᾶς λέω», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, εὐεργετεῖτε ὅσους σᾶς μισοῦν, προσεύχεστε γιὰ ὅσους σᾶς βλάπτουν» . Γιατί ἔδωσε αὐτὲς τὶς ἐντολές; Γιὰ νὰ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ μίσος, τὴ λύπη, τὴν ὀργὴ καὶ τὴ μνησικακία καὶ νὰ σὲ ἀξιώσει ν’ ἀποκτήσεις τὴν τέλεια ἀγάπη. Αὐτὴ εἶναι ἀδύνατο νὰ τὴν ἔχει ὅποιος δὲν ἀγαπάει ἐξίσου ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως καὶ ὁ Θεὸς τοὺς ἀγαπάει ὅλους ἐξίσου.
Ὅποιος ἔχει τὴν τέλεια ἀγάπη, δὲν κάνει διακρίσεις στοὺς ἀνθρώπους. Ξέρει πὼς ὅλοι μας ἔχουμε τὴν ἴδια ἀνθρώπινη φύση, καὶ γι’ αὐτὸ ἀνεξαίρετα τοὺς ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο. Τοὺς ἐναρέτους τοὺς ἀγαπάει ὡς φίλους, ἐνῶ τοὺς κακοὺς τοὺς ἀγαπάει ὡς ἐχθροὺς καὶ τοὺς εὐεργετεῖ καὶ μακροθυμεῖ καὶ ὑπομένει, ἂν τὸν βλάψουν, χωρὶς νὰ ὑπολογίζει καθόλου τὸ κακὸ ποὺ τοῦ γίνεται. Ἀντίθετα, ἂν τὸ καλέσει ἡ περίσταση, πάσχει γιὰ χάρη τους, γιὰ νὰ τοὺς κάνει κι αὐτοὺς φίλους, ἂν εἶναι δυνατόν. Κι ἂν αὐτὸ δὲν τὸ κατορθώσει, δὲν ἀλλάζει τὴ διάθεσή του, ἀλλὰ συνεχίζει νὰ τοὺς ἀγαπάει ὅλους ἐξίσου.
Ἀγωνίσου, ὅσο μπορεῖς, ν’ ἀγαπήσεις κάθε ἄνθρωπο. Ἂν αὐτὸ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ κάνεις ἀκόμα, τουλάχιστον μὴ μισήσεις κανέναν. Ἀλλὰ οὔτε αὐτὸ θὰ μπορέσεις νὰ τὸ πετύχεις, ἂν δὲν καταφρονήσεις τὰ πράγματα τοῦ κόσμου.
Αὐτὰ ποὺ διώχνουν τὴν ἀγάπη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι τὰ ἑξῆς: ἡ προσβολή, ἡ ζημία, ἡ συκοφαντία σὲ θέματα πίστεως ἢ διαγωγῆς, τὰ ξυλοκοπήματα, οἱ πληγὲς καὶ τὰ παρόμοια, ποὺ συμβαίνουν εἴτε στὸν ἴδιο εἴτε σὲ κάποιον συγγενῆ ἢ φίλο του. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ γιὰ κάτι ἀπ' αὐτὰ διώχνει τὴν ἀγάπη, δὲν ἔμαθε ἀκόμα ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ σκοπὸς τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου εἶναι νὰ ἐλευθερώσουν τὸ νοῦ ἀπὸ τὴν ἀκράτεια καὶ τὸ μίσος, καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὴν ἀγάπη Ἐκείνου καὶ τοῦ πλησίον. Ἀπ' αὐτὴ τὴ διπλὴ ἀγάπη γεννιέται τὸ φῶς τῆς ἔμπρακτης πνευματικῆς γνώσεως.
Ἂν «ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ» , ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μνησικακία γιὰ τὸν ἀδελφὸ καὶ κάνει δόλια σχέδια ἐναντίον του καὶ τὸν καταριέται καὶ χαίρεται γιὰ κάθε του πτώση, αὐτὸς δὲν παραβαίνει ἄραγε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ τὴν αἰώνια κόλαση;
Ἂν «ἡ ἀγάπη δὲν κάνει κακὸ στὸν πλησίον» , ἐκεῖνος ποὺ φθονεῖ τὸν ἀδελφὸ καὶ λυπᾶται γιὰ τὴν προκοπή του καὶ μὲ εἰρωνεῖες προσπαθεῖ νὰ κηλιδώσει τὴν ὑπόληψή του ἢ τὸν ἐπιβουλεύεται μὲ κάποια κακοήθεια, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀποξενώνει ἄραγε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ δὲν τὸν κάνει ἔνοχο γιὰ τὴν αἰώνια καταδίκη;
Ὁ Χριστὸς δὲν θέλει νὰ ἔχεις ἐναντίον κανενὸς ἀνθρώπου μίσος ἢ λύπη ἢ ὀργὴ ἢ μνησικακία ὁποιασδήποτε μορφῆς καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε πρόσκαιρο πράγμα. Κι αὐτὸ τὸ διακηρύσσουν παντοῦ τὰ τέσσερα Εὐαγγέλια.
Ὅποιος βλέπει καὶ ἴχνος μόνο μίσους μέσα στὴν καρδιὰ του πρὸς ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε σφάλμα του, αὐτὸς δὲν ἀγαπάει καθόλου τὸ Θεό. Γιατί ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ δὲν ἀνέχεται καθόλου τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ πλησίον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου