Όσιος Νήφων Κωνσταντιανής
Μίαν μέρα… Με το ξημέρωμα, έτρεξε στην εκκλησία. Στάθηκε σε μια μισοσκότεινη γωνιά και βυθίστηκε στην προσευχή και την ικεσία. Σε μια στιγμή σήκωσε ψηλά τα μάτια και είδε πάνω από το κεφάλι του την εικόνα της Παναγίας μας. Στέναξε βαθιά και ψέλισσε:
-Ελέησόν με, η ευωδία των χριστιανών, η Κεχαριτωμένη, η Πανάχραντη, και βοήθησέ με, δοξασμένη, πλουσιόφωτη, η ελπίδα των μετανοούντων, «διά το μέγα σου έλεος».
Μ’ αυτά τα λόγια, η Θεοτόκος –παράδοξο!- τον κοίταξε και χαμογέλασε! Ο Νήφων έμεινε σαν εκστακτικός, ενώ η καρδιά του πλημμύρισε ευφροσύνη κι άρχισε να σκιρτάει γλυκά.
‟Τι φιλάνθρωπος που είναι ο Θεός!’’, σκέφτηκε. ‟Πόσο μεγάλο το έλεός Του! Πόση η αγάπη και η ευσπλαχνία Του! Και πόση η στοργή κι η φροντίδα της Υπεραγίας Θεοτόκου για τους αμαρτωλούς που μετανοούν!’’.
Ήθελε να καταφιλήσει αυτή την αγία εικόνα, να τη σφίξει μέσα στην αγκαλιά του και να μην την αποχωριστεί. Τόσος ήταν ο ιερός πόθος, που είχε ανάψει γι’ αυτήν μέσα στην καρδιά του!
Ώρα πολλή προσευχήθηκε κι έκλαψε κι απόλαυσε της Θεοτόκου την αισθητή παρουσία. Ύστερα βγήκε και κίνησε για το σπίτι του.
Κάθησε στο κρεβάτι του και μονολογούσε: ‟Είδες, άθλια ψυχή μου, πόσο μας αγαπά ο Θεός; Κι εμείς Τον εγκαταλείψαμε!…. Και η Θεοτόκος; Πως μας βοήθησε αμέσως κι εκείνη, η προστασία όλων των χριστιανών και η παρηγορία των μετανοούντων;’’.
***
Μίαν άλλη μέρα, καθώς ερχόταν πάλι στην εκκλησία, βλέπει στο δρόμο κάποιον άνθρωπο ν’ αμαρτάνει. Ευθύς τον κατέκρινε μέσα του γι’ αυτό. Όταν όμως φτάνοντας στο ναό, πλησίασε την εικόνα της Παναγίας, είδε την Πανάχραντη να τον παρατηρεί πρώτα βλοσυρά, κι έπειτα να στρέψει το βλέμμα της μακριά του.
Ο Νήφων συγκλονίστηκε. Τα πόδια του κόπηκαν. Γονάτισε και είπε με το νού του:
‟Αλίμονό μου! Τι κακό έκανα;….. Φαίνεται πως η αμαρτία τόσο πολύ με κυρίεψε, που δεν έχω συναίσθηση των παραπτωμάτων μου. Σε τι έφταιξα, και μ’ αποστρέφεται η Μητέρα του Κυρίου μου;….’’.
Έστιβε το μυαλό του για να θυμηθεί σε τι αμάρτησε. Ώσπου το θυμήθηκε. Είχε κατακρίνει με το λογισμό του εκείνον τον διαβάτη.
Στέναξε βαθιά.
-Θεέ μου, ικέτεψε με δάκρυα, ομολογώντας την αμαρτία του. Συγχώρεσέ με, με τις πρεσβείες της Παναγίας Μητέρας σου. Σού άρπαξα, Κύριε, τη δόξα και την αξία, κατακρίνοντας τον πλησίον για την μικρή του αμαρτία. «Ελέησόν με, ο Θεός, ελέησόν με, ότι επί σοι πέποιθεν η ψυχή μου!» Ψαλμ. 56:1.
Μετά από πολλή προσευχή και δάκρυα και συντριβή, παρατηρεί πάλι την εικόνα, και τη βλέπει χαμογελαστή όπως πρώτα. Έτσι παρηγορημένος και ανακουφισμένος, ευχαρίστησε θερμά τη Θεοτόκο και βγήκε από το ναό.
Από τότε πολλές φορές, όποτε έπεφτε σε κάποιο ακούσιο σφάλμα, ελεγχόταν από τη Θεοτόκο με τον ίδιο τρόπο. Και μετανοούσε, έπαιρνε συγχώρηση κι αγωνιζόταν να διορθωθεί.
Ένας Ασκητής Επίσκοπος, Όσιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανής, Η μετάνοια, (σελ.26-31), Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπος Αττικής 2004
simeiakairwn.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου