Αρχιμ. Πορφυρίου, Ηγουμένου Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Βέροιας
Αὐτὴν τὴν γιορτὴ στὸ Ἅγιο Ὅρος οἱ πατέρες μου τὴν ὀνομάζουν «ἡ καλογερική της Παναγίας». Ὁ ΓερὸΓελάσιος πολὺ τὴν ἀγαποῦσε καὶ ἔλεγε ὅτι ὁ παπαΘανάσης, ὁ Γέροντάς του, ὁ ἅγιος ἡγούμενος τῆς Γρηγορίου τὴν τιμοῦσε πάρα πολύ. Καὶ μία φορά, μία τέτοια ἡμέρα, ὁ γεροΓελάσιος, εἶδε τὸν Γέροντά μου νὰ συλλειτουργεῖ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰάκωβο, τὸν Ἀδελφόθεο. Αὐτὸν ποὺ διέσωσε καὶ τὴν σχετικὴ παράδοση. Ἡ Παναγία εἰσέρχεται στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Οἱ γονεῖς της, οἱ παποῦδες μας ὁ Ἅγιος Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἁγία Ἄννα, ἐκπληρώνουν τὸ τάμα τους. Καὶ πολλὰ κοριτσάκια τῆς Ἱερουσαλὴμ κρατοῦν λαμπάδες ἀναμμένες καὶ ἕνα κόκκινο πανὶ τὸ ἀνοίγουν, σὰν τὸ νυφοπάνι ποὺ ἔβαζαν παλαιότερα στοὺς γάμους στὶς πλάτες τοῦ ζευγαριοῦ, κατὰ τὴν ὥρα τῆς τελέσεως τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου τοῦ γάμου. Πόσοι συμβολισμοί;! Καὶ πόσους αἰῶνες περίμενε ὁ κόσμος αὐτὴν τὴν ὥρα; Νὰ εἰσέλθει ἡ ἀειπάρθενος σὲ τόπο ἠτοιμασμένο, ὅπου οἱ ἄνδρες ἀρχιερεῖς τρέμαν νὰ πλησιάσουν καὶ...
εἰσέρχονταν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ. Ἀδυνατεῖ ὁ νοῦς νὰ τὰ κατανοήσει καὶ πολλοὶ «ἐπιστήμονες» ἀρνοῦνται αὐτὴν εἰδικὰ τὴν ἑορτή. Μά, φυσικά, θὰ τὴν ἀρνοῦνται, ἀφοῦ ζοῦν μὲ μία λογοκρατούμενη σκέψη. Καὶ ὅπου μπαίνει ἡ «ἄλογη» λογικὴ φεύγει ὁ ὑπερλόγος Νοῦς, ὁ τριαδικός μας Θεός. Καὶ ὑπηρέτης ὁ ἀρχάγγελος τῆς χαρᾶς, τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς ἐλπίδος. Τί φοβερὸ μυστήριο;! Καὶ οἱ ἁγιορεῖτες αὐτὴν τὴν μεγάλη ἑορτὴ τὴν προσοικειώνουν μὲ τὴν καλογερική, μὲ τὸ μυστήριο τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Βέβαια δικός μας τόπος, ἅγια ἁγίων, εἶναι ὁ χῶρος τῆς βαθείας καρδίας. Ἐκεῖ ποὺ συμβαίνει ἡ μίξη τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο, μέσα σὲ ἄπλετο φῶς. Ὅταν ἡ καρδία εἶναι ἀπολύτως κενή, καινίζεται ἀπὸ τὸ Νέον Παιδίον, τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, μέσα σὲ ἄπλετο καὶ σωτήριο φῶς. Κενὸ τὸ ἱερό του ἱεροῦ του Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ἐνθρονίστηκε ἐκεῖ ἡ ἀπσιλη Μαρία, ἡ παδίσκη τῆς Ναζαρέτ. Ὁ μοναχός, ὁ καλογεράκος, εἶναι αὐτὸς ποὺ εἰσέρχεται στὸ δικό του ἱερό, ὅταν ξεχνάει καὶ ἐγκαταλείπει. Καί, τί μυστήριο καὶ αὐτό, ὅταν κάνει νὰ γυρίσει πρὸς τὰ πίσω ἡ μικρὴ παρθένος, ἐνθουσιάζεται ἀπὸ τὸ φῶς καὶ τὸ κόκκινο χρῶμα ποὺ λάμπει μέσα στὸ φῶς, καὶ ὁρμάει πάλι πρὸς τὰ ἐμπρός, πρὸς τὴν ἱερὴ παστάδα του, τὸν μοναδικὸ καὶ μονάκριβο τόπο τῆς ἀναπαύσεώς του, τὴν βαθεία καρδία. Καὶ δάκρυα. Ἡ καλογερική της ἀειπαρθένου. Τὴν εἰσοδεύει ὁ μέγας ἀρχιερέας καὶ προφήτης. Ναί, καὶ προφήτης, γιὰ νὰ ξέρει ἐπὶ πόσους αἰῶνες οἱ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν προφῆτες προφήτεψαν αὐτὴν τὴν στιγμή. Τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα, ἡ Κυρία Θεοτόκος. Τὸ λέει καὶ τὸ τροπάριο. Καὶ τῶν πιστῶν ἡ ἀνακαίνισις. Ἐμεῖς δηλαδή, ὅσοι θέλουμε νὰ εἴμαστε πιστοὶ στὴν πίστη καὶ πιστοὶ στὴν Ἐκκλησία, ἐμεῖς λοιπὸν ἀνακαινιζόμαστε – ἀλλάζουμε, γινόμαστε, κάθε στιγμή, ἂν θέλουμε, καινούργιοι: γεμίζουμε ἀπὸ τὸ φῶς Της καὶ πιστεύουμε ὀρθῶς στὴν Ἐκκλησία. Πόσο τὴν ἀγαποῦσε, καὶ σὰν ἁγιορείτης, αὐτὴν τὴν ἑορτὴ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Θεολόγος τοῦ Ἀκτίστου Θεοῦ μας; Ἀπίθανη ἡ ὁμιλία του. Σκέτος ἐνθουσιασμός, κύματα χάριτος καὶ ὠκεανὸς ἀγάπης. Ἀδελφέ μου, ἅμα βρεθεῖς στὸ Χιλιανδάρι, τὸ ἀγαπημένο μας, σήκωσε τὰ μάτια σου ἐπάνω ἀπὸ τὸν δεξιὸ χορό, καὶ συγχόρευσε μὲ τοὺς καλογήρους΄ καὶ δὲς ἐκεῖ τὴν παρέα τῆς μικρῆς Μαρίας, καὶ τοὺς γονῆδες της καὶ τὸν ἀρχιερέα. Καί, κύτα, νὰ ἐνθουσιαστεῖς. Καὶ νὰ ζήσεις καὶ σύ, ἔστω γιὰ λίγο, μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων του κόσμου, αὐτοῦ του ψεύτικου ντουνιά, στὸν ἱερὸν Ἄθωνα, στὸ Περιβόλι της, στὸ Ἅγιο Ὅρος. Καὶ νὰ θυμᾶσαι. Ἡ Κυρία Θεοτόκος εἶναι ἡ ἀνακαίνισή μας.
εἰσέρχονταν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ. Ἀδυνατεῖ ὁ νοῦς νὰ τὰ κατανοήσει καὶ πολλοὶ «ἐπιστήμονες» ἀρνοῦνται αὐτὴν εἰδικὰ τὴν ἑορτή. Μά, φυσικά, θὰ τὴν ἀρνοῦνται, ἀφοῦ ζοῦν μὲ μία λογοκρατούμενη σκέψη. Καὶ ὅπου μπαίνει ἡ «ἄλογη» λογικὴ φεύγει ὁ ὑπερλόγος Νοῦς, ὁ τριαδικός μας Θεός. Καὶ ὑπηρέτης ὁ ἀρχάγγελος τῆς χαρᾶς, τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς ἐλπίδος. Τί φοβερὸ μυστήριο;! Καὶ οἱ ἁγιορεῖτες αὐτὴν τὴν μεγάλη ἑορτὴ τὴν προσοικειώνουν μὲ τὴν καλογερική, μὲ τὸ μυστήριο τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Βέβαια δικός μας τόπος, ἅγια ἁγίων, εἶναι ὁ χῶρος τῆς βαθείας καρδίας. Ἐκεῖ ποὺ συμβαίνει ἡ μίξη τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο, μέσα σὲ ἄπλετο φῶς. Ὅταν ἡ καρδία εἶναι ἀπολύτως κενή, καινίζεται ἀπὸ τὸ Νέον Παιδίον, τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, μέσα σὲ ἄπλετο καὶ σωτήριο φῶς. Κενὸ τὸ ἱερό του ἱεροῦ του Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ἐνθρονίστηκε ἐκεῖ ἡ ἀπσιλη Μαρία, ἡ παδίσκη τῆς Ναζαρέτ. Ὁ μοναχός, ὁ καλογεράκος, εἶναι αὐτὸς ποὺ εἰσέρχεται στὸ δικό του ἱερό, ὅταν ξεχνάει καὶ ἐγκαταλείπει. Καί, τί μυστήριο καὶ αὐτό, ὅταν κάνει νὰ γυρίσει πρὸς τὰ πίσω ἡ μικρὴ παρθένος, ἐνθουσιάζεται ἀπὸ τὸ φῶς καὶ τὸ κόκκινο χρῶμα ποὺ λάμπει μέσα στὸ φῶς, καὶ ὁρμάει πάλι πρὸς τὰ ἐμπρός, πρὸς τὴν ἱερὴ παστάδα του, τὸν μοναδικὸ καὶ μονάκριβο τόπο τῆς ἀναπαύσεώς του, τὴν βαθεία καρδία. Καὶ δάκρυα. Ἡ καλογερική της ἀειπαρθένου. Τὴν εἰσοδεύει ὁ μέγας ἀρχιερέας καὶ προφήτης. Ναί, καὶ προφήτης, γιὰ νὰ ξέρει ἐπὶ πόσους αἰῶνες οἱ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν προφῆτες προφήτεψαν αὐτὴν τὴν στιγμή. Τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα, ἡ Κυρία Θεοτόκος. Τὸ λέει καὶ τὸ τροπάριο. Καὶ τῶν πιστῶν ἡ ἀνακαίνισις. Ἐμεῖς δηλαδή, ὅσοι θέλουμε νὰ εἴμαστε πιστοὶ στὴν πίστη καὶ πιστοὶ στὴν Ἐκκλησία, ἐμεῖς λοιπὸν ἀνακαινιζόμαστε – ἀλλάζουμε, γινόμαστε, κάθε στιγμή, ἂν θέλουμε, καινούργιοι: γεμίζουμε ἀπὸ τὸ φῶς Της καὶ πιστεύουμε ὀρθῶς στὴν Ἐκκλησία. Πόσο τὴν ἀγαποῦσε, καὶ σὰν ἁγιορείτης, αὐτὴν τὴν ἑορτὴ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Θεολόγος τοῦ Ἀκτίστου Θεοῦ μας; Ἀπίθανη ἡ ὁμιλία του. Σκέτος ἐνθουσιασμός, κύματα χάριτος καὶ ὠκεανὸς ἀγάπης. Ἀδελφέ μου, ἅμα βρεθεῖς στὸ Χιλιανδάρι, τὸ ἀγαπημένο μας, σήκωσε τὰ μάτια σου ἐπάνω ἀπὸ τὸν δεξιὸ χορό, καὶ συγχόρευσε μὲ τοὺς καλογήρους΄ καὶ δὲς ἐκεῖ τὴν παρέα τῆς μικρῆς Μαρίας, καὶ τοὺς γονῆδες της καὶ τὸν ἀρχιερέα. Καί, κύτα, νὰ ἐνθουσιαστεῖς. Καὶ νὰ ζήσεις καὶ σύ, ἔστω γιὰ λίγο, μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων του κόσμου, αὐτοῦ του ψεύτικου ντουνιά, στὸν ἱερὸν Ἄθωνα, στὸ Περιβόλι της, στὸ Ἅγιο Ὅρος. Καὶ νὰ θυμᾶσαι. Ἡ Κυρία Θεοτόκος εἶναι ἡ ἀνακαίνισή μας.
orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου