Ὁ ἅγιος Παναγῆς γεννήθηκε τὸ 1801 στὴν Κεφαλληνία ἀπὸ εὐγενῆ οἰκογένεια, ἐνῶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ φανέρωσε ζωηρὴ εὐφυΐα καὶ μεγάλη ἀγάπη γιὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν βιβλίων. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του ὑποχρεώθηκε νὰ ἀναλάβει τὴν προστασία τῆς μητέρας του καὶ τῆς ἀδελφῆς του καὶ ἄρχισε νὰ ἀσκεῖ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δασκάλου, παρὰ τὸ νεαρόν τῆς ἡλικίας του. Σύντομα ὅμως παραιτήθηκε γιὰ νὰ ἀποφύγει συμβιβασμοὺς ὑπὸ τὴν πίεση τῶν Ἀρχῶν τῆς ἀγγλικῆς κατοχῆς <1>, ὡς πρὸς τὴν πίστη του καὶ τὰ πατριωτικά του αἰσθήματα, καὶ ἄσκησε τὸ ἐπάγγελμά του ἰδιωτικά, μέχρι τὴν ἡμέρα ποὺ ἀποφάσισε νὰ κόψει κάθε δεσμὸ μὲ τὸν κόσμο ἐγκαταλείποντας τὴν οἰκογένειά του καὶ τὴν σταδιοδρομία του καὶ γινόμενος μοναχὸς στὴν Μονὴ τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνών στην νῆσο Δίο. Μετὰ ἀπὸ τὶς ἐπίμονες παρακλήσεις τῆς μητέρας του ἐπέστρεψε στὸ Ληξούρι, χωρὶς ὡστόσο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἀσκητικὴ βιοτὴ ποὺ διῆγε σὲ ὅλη του τὴν ζωή, κάτω ἀπὸ ὁποιεσδήποτε περιστάσεις. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σὲ ἡλικία τριάντα πέντε ἐτῶν καὶ ἔκτοτε ἀφιερώθηκε ὁλόκληρος στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν καθημερινὴ σχεδὸν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας, μὲ τὸ κήρυγμα καὶ κυρίως μὲ τὸ παράδειγμα τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν του. Στεκόταν στὴν ἐκκλησία ὡς στύλος προσευχῆς, καὶ ὅταν ἔβγαινε τὸ ἔκανε γιὰ νὰ μοιράσει ἐλεημοσύνες, νὰ ἐπισκεφθεῖ δεινοπαθοῦντες ἢ νὰ φέρει πίσω στὸ ποίμνιο παραστρατημένες ψυχές. Ἀρνήθηκε πάντα νὰ διορισθεῖ σὲ κάποια ἐνορία, προκειμένου νὰ ἀποφύγει τοὺς βιοτικοὺς περισπασμοὺς καὶ τὶς...
πιέσεις τῶν κατακτητῶν, καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸ μονύδριο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, ἀπ’ ὅπου γιὰ πενήντα χρόνια μοίραζε σὲ ὅλο τὸν λαὸ τῆς Κεφαλληνίας τοὺς θησαυροὺς ποὺ ἔκρυβε στὴν καρδιά του. Ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Γερασίμου [20 Ὀκτ.] καὶ τοῦ ἁγίου Ἄνθιμου τοῦ Τυφλοῦ [4 Σεπτ.], ὁ παπα-Μπασιᾶς δίδασκε καὶ διέδιδε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ στὸν λαό, δίχως ὡστόσο νὰ ἐγκαταλείπει τὸ ἐρημητήριό του. Πήγαινε ἐπίσης νὰ λειτουργήσει σὲ ὅλα τὰ ἐξωκκλήσια ποὺ ἤσαν διεσπαρμένα γύρω ἀπὸ τὸ Ληξούρι, ὅπου μόλις γινόταν γνωστὴ ἡ ἔλευσή του συναζόταν πλῆθος πιστῶν.
Εἶχε πουλήσει τὰ ὑπάρχοντα τῆς οἰκογένειάς του καὶ μοίραζε ὅλους τούς πόρους του στοὺς πτωχοὺς ποὺ θεωροῦσε παιδιά του. Ὅταν ἐρχόταν στὴν πόλη, τὸν ἀκολουθοῦσε πάντα ἕνα σμάρι φτωχῶν γυναικὼν στὶς ὅποιες ἔδινε ὅ,τι εἶχε καὶ δὲν εἶχε, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ στερεῖται ὁ ἴδιος τροφῆς. Ὡς νέος ἅγιος Νικόλαος, γνώριζε ποιὰ οἰκογένεια εἶχε ἰδιαίτερη ἀνάγκη καὶ παρενέβαινε γιὰ νὰ τὴν στηρίξει ἢ νὰ στερεώσει τὴν πίστη της στὸν Θεό. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν πλησίον ἦταν ἀνάμεικτη μάλιστα μὲ τόλμη καὶ συχνὰ ἔμπαινε σὲ ἕνα μαγαζί, ἄνοιγε τὸ ταμεῖο καὶ ἔπαιρνε ὅ,τι ἔκρινε ἀναγκαῖο γιὰ τὶς ἐλεημοσύνες του. Μία ἥμερα, ἕνας φούρναρης ἀρνήθηκε νὰ τοῦ δώσει αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε καὶ ἡ ζύμη του ἔμενε λιπανάβατη.
Ὁ ἅγιος Παναγῆς εἶχε ἀποκτήσει τὸ χάρισμα τῆς προορατικότητος καὶ τῆς προφητείας, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιοῦσε γιὰ νὰ διορθώνει ψυχές. Σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπρόκειτο νὰ πεθάνουν σύντομα μὲ βίαιο τρόπο συνέστηνε νὰ πᾶνε νὰ ἐξομολογηθοῦν ἢ προειδοποιοῦσε μὲ ὑπαινιγμοὺς ὅσους ἔμελλαν νὰ διαπράξουν κάποιο σοβαρὸ ἁμάρτημα. Μία βροχερὴ νύχτα, συναντώντας στὸν δρόμο κάποιον ποὺ πήγαινε νὰ ἁμαρτήσει, τοῦ φώναξε: «Ἁμαρτία, ἁμαρτία, γύρισε σπίτι σου!» Μίαν ἄλλη φορᾶ, μία μάνα ποὺ μόλις εἶχε χάσει τοὺς δύο γιοὺς της τὸν ἕνα πίσω ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἔπεσε σὲ ἀπόγνωση καὶ ἐξεγέρθηκε κατὰ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος ἱερέας ἔτρεξε στὸ σπίτι της καὶ καθὼς ἐκείνη ἀρνιόταν νὰ τοῦ ἀνοίξει βρίζοντας τον, ἄνοιξε τὴν πόρτα κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Ὅταν μπῆκε στὴν σάλα, ὅπου βρίσκονταν τὰ πορτραίτα τῶν δύο πεθαμένων, τὰ πρόσωπα ζωντάνεψαν καὶ βγάζοντας πιστόλι ἀλληλοσκοτώθηκαν. Ὁ ἅγιος Παναγῆς ἀποκάλυψε τότε στὴν μητέρα τους ὅτι εἶχαν ἐρωτευθεῖ τὴν ἴδια γυναίκα καὶ θὰ πέθαιναν μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἂν δὲν παρενέβαινε ὁ Θεὸς νὰ ἀποτρέψει ἕνα μεγαλύτερο κακό. Μίαν ἄλλη φορᾶ πάλι, μπῆκε σὲ ἕνα σπίτι ὅπου ἔβραζε τὸ τσουκάλι γιατί περίμεναν ἐπισκέψεις καὶ τὸ ἀναποδογύρισε, ἐπειδὴ εἶχε προηγουμένως προσέλθει ἕνας φτωχὸς καὶ τὸν εἶχαν διώξει μὲ ἄδεια χέρια.
Αὐτὰ ὅμως τὰ ἄφθονα χαρίσματα τοῦ Θεοῦ δὲν δόθηκαν στὸν παπα-Μπασιὰ δίχως νὰ τὸν ταλαιπωρεῖ «σκόλοψ τῆ σαρκὶ» (Β’ Κορ. 12, 7). Δέκα περίπου χρόνια μετὰ τὴν χειροτονία του προσβλήθηκε ἀπὸ νευρασθένεια ἡ ὁποία τὸν ἔκανε νὰ χάνει τὸν ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ του: ἔβγαζε κραυγές, ξύριζε τὰ γένια καὶ τὰ μαλλιά του, πετοῦσε ἔξω ὅ,τι ἔβρισκε μπροστά του. Ὅταν συνῆλθε μετὰ ἀπὸ ἔξι μῆνες, ἀπέδωσε τὴν ἀσθένεια στὴν ἁμαρτωλότητά του. Ἐν συνέχεια παρόμοιες κρίσεις ἐπαναλαμβάνονταν κάθε δύο ἢ τρία χρόνια καὶ πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του κάθε χρόνο. Τελικὰ ἔμεινε καθηλωμένος στὸ κρεβάτι τὰ τελευταία πέντε χρόνια τῆς ζωῆς του. Δὲν στερήθηκε ὡστόσο τὰ χαρίσματα τῆς προορατικότητος καὶ παραμυθίας τῶν ψυχῶν, ἐνῶ ὁ λαὸς δὲν ἔχασε ἐπ’ οὐδενὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωση του σ’ αὐτόν. Ἀπεναντίας, ὅλοι ὅσοι ὑπέφεραν ἀπὸ τὰ βάσανα καὶ τὶς θλίψεις τῆς ζωῆς ἢ βρίσκονταν σὲ δυσκολίες γνώριζαν πὼς ἡ πόρτα τοῦ δωματίου του ἦταν πάντα ἀνοικτὴ καὶ ὁ ἅγιος ἱερέας δὲν ἔπαυσε νὰ εἶναι ὁ πόλος ἕλξης καὶ τὸ κέντρο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου τῆς Κεφαλληνίας. Εἶχε ἀποκτήσει τόσο κύρος, ὥστε συχνὰ παρενέβαινε δραστήρια γιὰ νὰ διορθώσει τὶς ἀδικίες ἢ νὰ ἐπιτιμήσει τοὺς ὑπεύθυνους γιὰ ἀνήθικες πράξεις καὶ πάντα εἰσακουόταν ὡς ἡ φωνὴ Θεοῦ.
Ἀφοῦ σήκωσε μὲ ὑπομονὴ καὶ εὐχαριστίες στὸν Θεὸ τὸν σταυρὸ τῆς μακρᾶς καὶ ταπεινωτικῆς του ἀσθένειας —τὴν ὁποία ὁρισμένοι θεωροῦσαν ἕνα εἶδος «διὰ Χριστὸν σαλότητος»— ὁ ἅγιος Παναγῆς ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω στὶς 7 Ἰουνίου 1888. Γιὰ δύο ἡμέρες καὶ δύο νύχτες οἱ πιστοὶ προσέρχονταν νὰ προσκυνήσουν τὸ σκήνωμά του καὶ ἡ τιμή του δὲν ἔπαυσε νὰ αὐξάνει αὐθόρμητα, ὄχι μόνο στὴν Κεφαλληνία, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, κυρίως μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του τὸ 1976 <2>.
Σημειώσεις
1 Τὰ Ἑπτάνησα βρίσκονταν τότε ὑπὸ ἀγγλικὴ προστασία (ἑνώθηκαν μὲ τὴν Ἑλλάδα τὸ 1864). Ὁ Βρετανὸς διοικητὴς εἶχε ὅλες τὶς ἐξουσίες, τὶς ὅποιες ἀσκοῦσε συχνὰ εἰς βάρος τοῦ λαοῦ καὶ τῶν Ὀρθόδοξων παραδόσεών του.
2 Ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Παναγῆ Μπασιὰ εἶναι ἕνα τρανὸ παράδειγμα τοῦ παραδοσιακοῦ τρόπου «ἀναγνωρίσεως» τῶν ἁγίων στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας τὸ μόνο ἀληθινὸ κριτήριο εἶναι ἡ αὐθόρμητη εὐλάβεια τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Κείμενο: "Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας", ὑπὸ ἱερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, ἐκδ. Ἴνδικτος (τόμος δέκατος – Ἰούνιος, σ. 88-91)
www.orthodoxia-ellhnismos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου